Τον φετινό Δεκαπενταύγουστο
επισκέφθηκα για προσκύνημα την ιερά Μονή των Ιβήρων. Εκεί ο ευλαβής προσκυνητής
κ. Στέργιος Κισκίνης, κάτοικος Σταγείρων Χαλκιδικής, μας διηγήθηκε το ακόλουθο
περιστατικό:
«Πριν από εφτά
ολόκληρα χρόνια βρισκόμουνα σε ολονύκτια αγρυπνία της μονής και προσευχόμενος
μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, που λένε «Πορταΐτισσα» , κάθισα για λίγο στο
στασίδι απέναντι από την εικόνα. Εκεί
από την κούραση μου ήρθε ένας πολύ ελαφρός ύπνος, τόσο που δεν καταλάβαινα αν
κοιμόμουν ή αν ήμουν ξύπνιος. Στην κατάσταση αυτή βρισκόμενος, βλέπω μπροστά
μου τη γυναίκα μου Χρυσάνθη, η οποία είχε πεθάνει πριν από 15
και πλέον χρόνια, και μου λέει: « Στέργιο, σήκω και φύγε αμέσως, γιατί το παιδί
μας ο Άγγελος χτύπησε σε δυστύχημα».
Εγώ τότε είπα στη
γυναίκα μου: «Πώς να φύγω Χρυσάνθη από δω»; Εκείνη μου είπε: «Έλα να πάμε. Έχω
το άλογο μπροστά στην εκκλησία της Παναγίας». Την ακολούθησα και καβαλήσαμε στο
άλογο. Κάθισε εκείνη στη σέλα, πήρε τα γκέμια και οδηγούσε, και εγώ κάθισα στα
καπούλια του αλόγου. Έτσι φτάσαμε στο σπίτι της πεθεράς μου, στη Θεσσαλονίκη.
Μέσα στη κουζίνα
βρήκαμε τη μάνα της και η γυναίκα μου τη ρώτησε που έχουν τον Άγγελο. Εκείνη απάντησε
πως δεν γνώριζε. Φύγαμε από εκεί και πήγαμε στο σπίτι του πατέρα μου Δημήτριου
Κισκίνη. Η γυναίκα μου ρώτησε την πεθερά της: «Μητέρα ο Άγγελος είναι στο
σπίτι;» Εκείνη απάντησε αρνητικά. Τότε γυρίσαμε πάλι στο μοναστήρι, όπου
ξύπνησα πολύ ταραγμένος από την ολοζώντανη οπτασία αυτή.
Αμέσως έτρεξα
στον Πνευματικό παπά-Μάξιμο και, αφού του είπα όσα είδα στο όραμα μου, τον
ρώτησα τι να κάνω στην προκειμένη περίπτωση. Εκείνος μου είπε να κάνω όπως με
φωτίσει ο Θεός.
Η μέρα είχε
φέξει, η Θεία Λειτουργία, μόλις άρχιζε. Βγήκα αναστατωμένος έξω από το
μοναστήρι, δεν με χωρούσε ο τόπος. Βλέπω κάτω στην παραλία ένα καΐκι, τρέχω στη
θάλασσα. Ήταν ναυλωμένο για την Ιερισσό· εκεί βρήκα ταξί και το μεσημέρι σχεδόν
είχα φτάσει στην Θεσσαλονίκη. Πήγα στο σπίτι της πεθεράς μου (Πλάτωνος 27) και
τη ρώτησα που βρίσκεται ο Άγγελος και πως χτύπησε.
Η πεθερά μου
ξαφνιάστηκε, επειδή ήξερε πως ήμουν στο Άγιο Όρος και με ρώτησε: «Πως το ξέρεις
εσύ; Πότε ήρθες; Ποιος σε ειδοποίησε; Ο Άγγελος τώρα το πρωί χτύπησε σε αυτοκινητιστικό
δυστύχημα». Της απάντησα ότι ήρθε η κόρη της η Χρυσάνθη και μου το είπε και τη
ρώτησα που ήταν το παιδί. Εκείνη δεν ήξερε λεπτομέρειες. Μόνο μου είπε πως
είναι στο Δημοτικό Νοσοκομείο βαριά τραυματισμένος.
Φεύγω αμέσως,
πηγαίνω στο Νοσοκομείο και βρίσκω εκεί το παιδί μου να το έχουνε βάλει στο
γύψο, όπου έμεινε έξι μήνες και στη συνέχεια για ένα χρόνο φορούσε σιδερένιο
νάρθηκα, γιατί είχε θλάση του σπονδυλικού αυχένος.
Ότι γλύτωσε το
τρίτο αυτό παιδί μου από βέβαιο θάνατο, το θεώρησα θαύμα της Παναγίας της
«Πορταΐτισσας» στην οποία προσευχόμουν κείνη την ολονυκτία. Γι’ αυτό γύρισα
αμέσως στο Μοναστήρι των Ιβήρων, παρακάλεσα τους πατέρες και κάναμε
σαρανταλείτουργο και ευχαρίστησα έτσι την κυρία Θεοτόκο, με την πρεσβεία και
την επέμβαση της οποίας σώθηκε το παιδί μου.
Πηγή: Βιβλίο, π. Ανδρέου Θεοφιλόπουλου, Γεροντικό από το περιβόλι της Παναγιάς, σελ. 347-350)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου